- ἔσπειραν
- σπείρωsowaor ind act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σπόρος — ο, ΝΜΑ 1. η πράξη και το αποτέλεσμα τού σπείρω, η σπορά, το σπάρσιμο (α. «άρχισε νωρίς νωρίς ο σπόρος» β. «καὶ γὰρ νεατὸς καὶ σπόρος καὶ φυτεία... ὑπαίθρια... ἔργα ἐστίν», Ξεν.) 2. καθετί που σπέρνεται στη γη για να βλαστήσει, το σπέρμα… … Dictionary of Greek
Βαντέ — (Vendée). Νομός (6.721 τ. χλμ., 539.664 κάτ. το 1998) της Γαλλίας, στο γεωγραφικό διαμέρισμα Πεΐ ντε λα Λουάρ, με πρωτεύουσα τη Λα Ρος σιρ Ιόν. Η οικονομία του νομού βασίζεται στις καλλιέργειες δημητριακών, την κτηνοτροφία, την αλιεία στρειδιών,… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Καρχηδόνα — Αρχαία πόλη της Αφρικής. Ιδρύθηκε από Φοίνικες αποίκους της Τύρου και της Κύπρου πιθανώς το 814 π.Χ., 18 χλμ. ΒΑ της σημερινής Τύνιδας. Η παράδοση αναφέρει ότι επικεφαλής τους ήταν η βασίλισσα της Τύρου Έλισα (η Διδώ του Βιργίλιου), που έφυγε από … Dictionary of Greek
Μυριοκέφαλον — Πόλη της Φρυγίας, όπου το 1176 συγκρούστηκε ο στρατός του αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνού με τον στρατό του σουλτάνου του Ικονίου Κιλίτς Aρσλάν και νικήθηκε· πολλοί στρατηγοί σκοτώθηκαν και ο ίδιος ο Μανουήλ τραυματίστηκε. Η ήττα του βυζαντινού… … Dictionary of Greek